25.5.12

H Aθήνα δικάζει πάλι το Σωκράτη


Από το Βήμα με τίτλο:

Τεράστια είναι η ανταπόκριση του κοινού στην «Δίκη του Σωκράτη» που θα επαναληφθεί 2.500 χρόνια μετά, στις 25 Μαΐου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν και οι παρευρισκόμενοι στη δίκη θα παρακολουθήσουν διακεκριμένους δικαστές και νομικούς να διασταυρώνουν τα ξίφη τους όσον αφορά την αθωότητα ή την ενοχή του μεγάλου φιλοσόφου. 

Για την τύχη του Σωκράτη θα αποφασίσει όμως το κοινό, που θα κρίνει τα επιχειρήματα κάθε πλευράς. Η νέα δίκη θα πραγματοποιηθεί στην ελληνική, αγγλική και γαλλική γλώσσα με ταυτόχρονη μετάφραση ενώ η παρακολούθησή της θα γίνεται και μέσω διαδίκτυου (με live streaming).

Αιώνες μετά από το θάνατο του Σωκράτη (399 π. Χ.) το ερώτημα που τίθεται όμως τώρα είναι, αν μπορεί να επανεξετασθεί η υπόθεση υπό το πρίσμα του χρόνου που μεσολάβησε και σύμφωνα με τη επικρατούσα σήμερα αντίληψη για τη δικαιοσύνη. 

Οπως είναι γνωστό οι κατηγορίες εναντίον του Σωκράτη ήταν ασέβεια προς τους θεούς της πόλης, εισαγωγή «καινών δαιμονίων» και διαφθορά των νέων. Από τους 500 αθηναίους πολίτες που είχαν ψηφίσει τότε στη δίκη, ένοχο τον είχαν κρίνει οι 280. Σήμερα οι δύο πλευρές (κατήγοροι και υπερασπιστές) θα επιχειρήσουν μία επαναπροσέγγιση στην συμβολή του Σωκράτη στο πεδίο της φιλοσοφίας αφενός και αφετέρου στη δημόσια ζωή της αρχαίας Αθήνας.

Δικαστές θα είναι οι: Λόρδος Richard Aikens, δικαστής, μέλος του Εφετείου της Αγγλίας και της Ουαλίας (Αγγλία). Sophie - Caroline De Margerie, δικαστής στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Γαλλία). Pierre Delvolvι, μέλος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών της Γαλλίας. Stephan Gass, αντιπρόεδρος του Εφετείου της Ελβετίας. Δρ Giusep Nay, πρώην πρόεδρος του Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Ελβετίας. Loretta Preska: πρόεδρος του Αμερικανικού Περιφερειακού Δικαστηρίου της Νότιας Περιφέρειας της Νέας Υόρκης. Αννα Ψαρούδα - Μπενάκη, ακαδημαϊκός, ομ. καθηγήτρια Ποινικού Δικαίου, πρώην πρόεδρος της Βουλής. Βασίλειος Ρήγας, πρώην αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου. Σερ Stephen Sedley, μέλος του Εφετείου της Αγγλίας και της Ουαλίας. Franηois Terrι, μέλος της Ακαδημίας Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών (Γαλλία). Harm Peter Westermann, καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Τύμπινγκεν (Γερμανία).

Τον Σωκράτη θα υπερασπιστούν οι δικηγόροι: Michael Beloff, QC (Αγγλία) και Patrick Simon (Γαλλία) ενώ υπέρ των Αθηναίων θα αγορεύσουν οι δικηγόροι: Ηλίας Αναγνωστόπουλος: αν. καθηγητής Ποινικών και Εγκληματολογικών Σπουδών και δρΑντώνης Παπαδημητρίου, πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση.
Η προηγούμενη «δίκη» εξάλλου που είχε γίνει πέρυσι τον Μάιο στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της Νέας Υόρκης, με πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ωνάση, κατέληξε στην αθώωσή του. Κάτι που προφανώς θα επαναληφθεί.


Συνέντευξη για τη Δίκη στη Lifo με τίτλο:


Η Δίκη του Σωκράτη, που επαναλαμβάνεται την Παρασκευή στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, μας φέρνει αντιμέτωπους με τον θεμελιωτή της ελεύθερης σκέψης και το δημοκρατικό πολίτευμα. Ο Αντώνης Σ. Παπαδημητρίου, δικηγόρος και πρόεδρος του Ιδρύματος Ωνάση, εξηγεί γιατί παίρνει το μέρος της Αθηναϊκής δημοκρατίας και κατηγορεί τον μέγιστο φιλόσοφο ως πνευματικό ηγέτη των τυράννων της εποχής.

Το 399 π.Χ. ο Σωκράτης αντιμετωπίζει στην Αθήνα τις κατηγορίες ότι δεν σέβεται τους θεούς της πόλης, ότι εισάγει καινά δαιμόνια και ότι διαφθείρει τους νέους της πόλης. 
Δικάζεται από το Δικαστήριο της Ηλιαίας που αποτελείται από 500 Αθηναίους πολίτες. Καταδικάζεται σε θάνατο από τους 320 και στη συνέχεια, αρνούμενος να εγκαταλείψει την πόλη, δέχεται τη θανατική ποινή και πίνει το κώνειο. 
Δυόμισι χιλιάδες χρόνια αργότερα, σήμερα, διακεκριμένοι ανώτατοι δικαστές και νομικοί από την Ευρώπη και τις ΗΠΑ συγκεντρώνονται στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών για να επαναλάβουν την ιστορική δίκη του Σωκράτη. Δικαστές και κοινό καλούνται ν’ αποφασίσουν 
αν ο Σωκράτης τελικά καταδικάστηκε επειδή τόλμησε να εκφράσει ελεύθερα τη γνώμη του ή γιατί τα καινά δαιμόνια που εισήγαγε είχαν στόχο να βλάψουν την αθηναϊκή δημοκρατία.

Πώς προέκυψε η ιδέα για την επανάληψη της Δίκης του Σωκράτη;
Η ιδέα προέκυψε από μια μελέτη που έκανα πάνω στο θέμα του Σωκράτη και από ενδιαφέρουσες συζητήσεις που είχα. 
Εξετάσαμε αυτό το πολιτικό φαινόμενο της φιλοσοφικής αθωότητας και πολιτικής ενοχής του Σωκράτη. 
Η δημοκρατική Αθήνα, αυτό το ιδανικό της δημοκρατίας, κατηγορείται, κατά τη γνώμη μου άδικα, ότι σκότωσε τον ιδεώδη φιλόσοφο, τον Σωκράτη. 
Από τη μελέτη που έχω κάνει έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Σωκράτης μπορεί να ήταν ένας πολύ μεγάλος φιλόσοφος, ίσως ο μεγαλύτερος όλων των εποχών, η συγκεκριμένη όμως δίκη είχε διαφορετικό χαρακτήρα. 
Δεν δικάστηκε ο Σωκράτης για τις φιλοσοφικές του ιδέες, δικάστηκε ο άνθρωπος Σωκράτης. Καλώς ή κακώς, κακώς κατά τη γνώμη μου, έτυχε να είναι ο πνευματικός ηγέτης της τυραννίας των Τριάκοντα στην Αθήνα. 
Σας θυμίζω ότι με τη λήξη του Πελοποννησιακού Πολέμου η σπαρτιατική φρουρά είχε εγκαταστήσει στην Αθήνα τριάντα τυράννους, εκ των οποίων οι δύο ήταν αγαπημένοι φίλοι και μαθητές του Σωκράτη. 
Αυτοί οι Τριάκοντα Τύραννοι σκότωσαν σε εννέα μήνες 1.600 Αθηναίους. 
Όταν αποκαταστάθηκε, η δημοκρατία έδωσε αμνηστία στους Ολιγαρχικούς, οι οποίοι εγκατέλειψαν την Αθήνα και πήγαν στην Ελευσίνα. 
Ένα χρόνο μετά οι Ολιγαρχικοί ξεκίνησαν νέα προσπάθεια να ανακαταλάβουν την εξουσία στην Αθήνα, 
αλλά τότε οι Αθηναίοι αντέδρασαν και για καθαρά πολιτικούς λόγους δίκασαν τον Σωκράτη, ο οποίος ήταν ο πνευματικός ηγέτης των τυράννων. 
Αυτή είναι η σύντομη πολιτική ιστορία της Δίκης του Σωκράτη.

Ναι, αλλά στην ιστορία έχει μείνει ότι ο Σωκράτης δικάστηκε για τις ιδέες του.
Αυτή είναι μια προκατάληψη που υπάρχει σήμερα, αλλά δεν είναι η πραγματικότητα. 
Η ιστορική πραγματικότητα, όπως παρατίθεται από τις πηγές, είναι άλλη. Δεν είναι κάτι που το λέω εγώ, αυτό το λένε καθηγητές πανεπιστημίου που έχουν μελετήσει την ιστορία της εποχής εκείνης. Γενικά, ο κόσμος πιστεύει ότι ο Σωκράτης δικάστηκε διότι ήταν υπέρμαχος της ελευθερίας του λόγου και της ελευθερίας της σκέψης. Αυτό, όμως, δεν είναι αλήθεια και προσβάλλει την αθηναϊκή δημοκρατία. Αν διαβάσετε την Απολογία του Σωκράτη χωρίς προκατάληψη, χωρίς τις ροζ παρωπίδες που όλοι έχουμε όταν μιλάμε για τον Σωκράτη, θα δείτε ότι ακόμη και στην απολογία του ο Σωκράτης υπερασπίζεται τα ολιγαρχικά ιδεώδη. Όταν λέει ότι «δεν μπορούμε να επιλέγουμε τον κυβερνήτη του σκάφους με επιλογή διά κλήρου ή με ψηφοφορία, αλλά πρέπει να τον επιλέγουμε με βάση τα προσόντα του», αυτό στην πραγματικότητα τι σημαίνει; Ότι η διακυβέρνηση της πολιτείας δεν μπορεί να γίνεται με ψήφο, αλλά πρέπει να γίνεται με βάση κάποια υποτιθέμενα πνευματικά προσόντα, τα οποία οδηγούν σε μία αριστοκρατία του πνεύματος, που στην πραγματικότητα καταλήγει να είναι ένας ξεκάθαρος φασισμός.

Γιατί, όμως, μας συνέφερε εμάς να χρησιμοποιήσουμε τη δίκη του Σωκράτη ως μία διαχρονική και αιώνια υπεράσπιση της ελευθερίας του λόγου από εκεί κι έπειτα;
Ο Σωκράτης αγιοποιήθηκε κυρίως από μια συμμαχία των μετέπειτα ολιγαρχικών δυνάμεων. Οι Ρωμαίοι, οι Βυζαντινοί και όλοι οι κατοπινοί αυτοκράτορες και βασιλείς του κόσμου που ήθελαν να επιτεθούν στη δημοκρατία χρησιμοποιούσαν το παράδειγμα του Σωκράτη για να πουν «να ο ιδανικός φιλόσοφος, που τον σκοτώνει η απαίσια δημοκρατία. Να πού καταλήγουν οι δημοκρατίες: να σκοτώνουν τον φιλόσοφο». 
Αυτό είναι το ένα σκέλος. 
Αυτοί που ήθελαν να βλάψουν τη δημοκρατία, αυτό λέγανε. 
Αυτοί, λοιπόν, βοηθήθηκαν, από ένα σημείο και πέρα από την εισδοχή του πλατωνισμού στον χριστιανισμό, που έγινε κατά τον 3ο-4ο αιώνα μ.Χ. κυρίως από τους τρεις μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας. 
Η χριστιανική θρησκεία απορρόφησε τον νεοπλατωνισμό και θεώρησε τον Σωκράτη έναν προχριστιανικό οιονεί άγιο, ο οποίος πιστεύει στην ύπαρξη της ψυχής. 
Όποιος διαβάσει προσεκτικά τον Πλάτωνα καταλαβαίνει ότι το «δαιμόνιο» του Σωκράτη δεν έχει καμία σχέση με τη χριστιανική θεωρία περί ψυχής. 
Επίσης, πολλοί θεωρούν ότι ο Σωκράτης ήταν μονοθεϊστής διότι αναφέρεται στην Απολογία του και αλλού στον Θεό και όχι στους θεούς.
 Στην πραγματικότητα, ο Σωκράτης ήταν άθεος. Δεν ήταν ούτε πολυθεϊστής ούτε πίστευε σε έναν θεό. Ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες του, ένα έργο που γράφτηκε είκοσι χρόνια πριν από τη Δίκη, τον κατηγορεί ευθέως γι’ αυτό το πράγμα.

Γι’ αυτό και η μία κατηγορία είναι περί αθεΐας;
Η πραγματική κατηγορία είναι «ους μεν η πόλις νομίζει θεούς ου νομίζων».Το «νομίζων» για μένα σημαίνει ότι δεν σέβεται όχι τους θεούς του Ολύμπου αλλά τους θεούς της συγκεκριμένης πόλης, της Αθήνας. 
Ποιοι ήταν αυτοί οι θεοί: ο Ζευς Βουλαίος, η θεοποίηση του δημοκρατικού θεσμού της Βουλής, ο Ζευς Αγοραίος και ο Δήμος, η θεοποίηση του κατεξοχήν θεσμού της Βουλής που ήταν ο Δήμος, δηλαδή οι πολίτες που ψήφιζαν. 
Αυτούς τους θεούς δεν σεβόταν. Και πράγματι δεν τους σεβόταν.
Ο Σωκράτης και στην Απολογία του και αλλού φέρεται να θυσιάζει σε ποιον θεό; 
Στον Απόλλωνα και στην Ήρα, που ήταν οι πολιούχοι της Σπάρτης. 
Δεν αναφέρεται ποτέ ότι θυσίασε ή λάτρεψε την Αθηνά, τον Ποσειδώνα και τον Ερμή που ήταν οι πολιούχοι της Αθήνας. 
Θυσιάζει συμβολικά στους θεούς της Σπάρτης, του εχθρού αν θέλετε να το πούμε έτσι. 

Ο ίδιος υποστήριξε πως καλύτερα είναι κανείς να αδικείται παρά ν’ αδικεί.
Αυτά δεν τα χρησιμοποίησε στην Απολογία του για να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Αυτά που λέτε προκύπτουν περισσότερο από τον Κρίτωνα και γράφτηκαν πολύ αργότερα. Ανήκουν στη μέση και την ύστερη συγγραφική περίοδο του Πλάτωνα, δηλαδή, για να σας το πω πιο απλά, 10 με 20 χρόνια μετά. Δεν είναι σύγχρονα και προσπαθούν να δώσουν μια θετική εικόνα για τον Σωκράτη που δεν απηχεί όμως την πραγματικότητα - δεν υπάρχουν, μάλιστα, καθόλου στον Ξενοφώντα.
Στην πραγματικότητα, στις τελευταίες παραγράφους της Απολογίας περιέχονται αυτά που ο Σωκράτης είπε στους Αθηναίους μετά την καταδίκη του: 
«Εσείς ωραία με καταδικάσατε, θα δείτε όμως ότι οι οπαδοί μου θα έρθουν και θα σας τιμωρήσουν πάρα πολύ σκληρά γι’ αυτά που κάνατε σε μένα. Θα δείτε ότι αυτά που κάνατε σε μένα δεν είναι τίποτα μπροστά σε όσα θα σας έρθουν». 
Αυτό συνιστά μια ευθεία απειλή που δεν είναι καθόλου δημοκρατική και δεν δηλώνει αποδοχή της καταδίκης του.

Αυτή η θετική εικόνα, όμως, που δημιουργήθηκε για τον Σωκράτη ευνόησε την πορεία της δημοκρατίας τη σημερινή εποχή ή όχι;
Βεβαίως, γιατί είναι πολύ σημαντική κατάκτηση. 
Αλλά ο Σωκράτης υπερασπιζόταν τις θέσεις του προερχόμενος από άλλη οπτική, από τη θέση του αριστοκράτη του πνεύματος που υπερασπίζεται το ατομικό του δικαίωμα να μιλάει ελεύθερα, αλλά δεν το αναγνωρίζει στους πληβείους.

Οι τρεις κατηγορίες είναι ασέβεια προς τους θεούς της πόλης, εισαγωγή καινών δαιμονίων και διαφθορά των νέων. Αυτές οι κατηγορίες ισχύουν και σήμερα, υπάρχουν στο Δίκαιο;
Ναι, υπάρχουν. Και στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες η ελευθερία του λόγου υπάρχει μέχρι ενός σημείου. Δεν μπορεί, ας πούμε, κανείς να αρνείται το Ολοκαύτωμα σήμερα και να εκθειάζει τα κατορθώματα του Χίτλερ, ούτε μπορεί κανείς να προσβάλει την ηθική με το πρόσχημα της ελευθερίας του λόγου.

Ναι, αλλά αυτό συνέβη τις τελευταίες ημέρες και δεν είδαμε κάποιον εισαγγελέα να παρεμβαίνει. Υπήρξε και άρνηση του Ολοκαυτώματος...
Γι’ αυτό και το αναφέρω. Θέλω να πω ότι η ελευθερία του λόγου έχει ένα όριο. Και υπάρχει και ένα ακόμη όριο. Το ότι δεν μπορεί ένας άνθρωπος να συκοφαντεί ή να βρίζει κάποιον άλλο άνθρωπο. Δεν μπορεί κανείς να προάγει ανήθικα πράγματα, με την πολύ στενή έννοια του όρου.

Ο Ασάνζ με τις αποκαλύψεις του για τους Αμερικανούς μπορούμε να πούμε ότι εισήγαγε «καινά δαιμόνια»;
Ναι, αλλά υπάρχει μία διαφορά. Αυτός δεν εισήγαγε κανένα «καινό δαιμόνιο», διότι όλοι θεωρούμε ότι υπάρχουν διεφθαρμένοι πολιτικοί και πολιτικοί οι οποίοι παραβιάζουν τον λόγο τους. Αυτό είναι κάτι που δεν πρέπει να γίνεται, άρα ο Ασάνζ, μόλις βρέθηκαν τα στοιχεία στα χέρια του, τα δημοσιοποίησε. Εδώ υπάρχει μία δημοκρατική αρχή που λέει ότι όταν οι πολιτικοί παραβιάζουν τον όρκο τους και την υποχρέωση που έχουν απέναντι στην πολιτεία, κάποιος πρέπει να τους αποκαλύπτει.

Ναι, αλλά άλλο η ασφάλεια του κράτους και άλλο το πώς διασφαλίζεται. Το να στραφείς εναντία σε αυτήν, όπως υποστηρίζουν οι Αμερικανοί, είναι ποινικό αδίκημα.
H αποκάλυψη μυστικών που αφορούν την εθνική ασφάλεια είναι αδίκημα παντού. Ωστόσο, εναπόκειται στο δικαστήριο ν’ αποφανθεί για το αν πρόκειται πραγματικά για κρατικό μυστικό που θα μπορούσε να βλάψει το κράτος ή η ασφάλεια του κράτους απλώς είναι το πρόσχημα που επικαλείται ένας πολιτικός για ν’ αποκλείσει την πληροφόρηση. Και υπάρχει τρόπος να λυθούν αυτά τα πράγματα μέσω δικαστηρίων, κεκλεισμένων των θυρών, χωρίς περαιτέρω αποκαλύψεις.

Όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα μια αντίληψη περί δικαιοσύνης, μπορεί να εξεταστεί μια υπόθεση σαν του Σωκράτη;
Σίγουρα μπορεί να εξεταστεί. Νομίζω ότι πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν δίκες που έχουν πολιτικό χαρακτήρα και ο υπόδικος επικαλείται τον πολιτικό αυτό χαρακτήρα προκειμένου ν’ αθωωθεί, ενώ οι αντίπαλοι τον ποινικό. Είναι μια ένταση που υπάρχει ανάμεσα σε δύο αρχές.

Ο Σωκράτης, ως σύμβολο, μπορεί να επηρεάσει τους δικαστές την επόμενη εβδομάδα;  
Είναι ένας μεγάλος φιλόσοφος, όπως και να έχει. Αλλά η θέση μου -και πρέπει να το ξεκαθαρίσω αυτό- δεν είναι τόσο το να καταδικαστεί ο Σωκράτης όσο το να υπερασπιστώ το καλό όνομα της Αθηναϊκής Δημοκρατίας.

Στη Νέα Υόρκη, πάντως, έχασε η Αθηναϊκή Δημοκρατία.
Έχασε, αλλά κατά πλειοψηφία. Δηλαδή, από τους τρεις δικαστές ο ένας ήταν καταδικαστικός, ο άλλος αμφέβαλλε επί της ενοχής και τελικά ίσχυσε ο κανόνας της αμφιβολίας περί του κατηγορουμένου και ο τρίτος μόνο ήταν καθαρά αθωωτικός. 
Από το κοινό δε που ψήφισε, γιατί ψηφίζει το κοινό και θα ψηφίσει και στην Αθήνα, ένα 20% περίπου ήταν υπέρ της καταδίκης του Σωκράτη. 
Κι αυτό είναι «τεράστια επιτυχία», γιατί το κοινό μπόρεσε να ξεπεράσει αυτή την προκατάληψη. 
Οποιονδήποτε μαθητή του σχολείου ή πολίτη στον δρόμο και να ρωτήσετε θα σας πει ότι ο Σωκράτης καταδικάστηκε άδικα.
Και να πω βέβαια και το εξής: κακώς καταδικάστηκε σε θάνατο. Δεν το συζητάω αυτό το πράγμα. 
Αλλά ο Σωκράτης κατέπληξε τους πάντες. Όλοι περίμεναν πως θα δεχόταν να εξοριστεί, έστω και για λίγο, και να φύγει από την Αθήνα, όπως είχε γίνει με άλλους. 
Ο Σωκράτης, όμως, αποφάσισε να μείνει, λέγοντας «Κι εγώ πού να πάω τώρα; Να πάω στη Θεσσαλία ή στη Σπάρτη, όπου δεν θα μου επιτρέπουν να μιλάω;». Αυτό δείχνει ότι ο Σωκράτης, που ήταν τόσο πολύ φίλος των Σπαρτιατών, δεν ήθελε να πάει στη Σπάρτη, ήθελε να πεθάνει στην Αθήνα.

Το δικαστήριο της Ηλιαίας αποτελούνταν από 500 άτομα. Υπέρ της καταδίκης του Σωκράτη ψήφισαν 280. Ο αριθμός των δικαστών σε σχέση με σήμερα δείχνει ότι οι αποφάσεις τους είχαν μία πολιτική και μία κοινωνική προέκταση; Επειδή σήμερα, όταν δικάζουν τρεις δικαστές, έχουν περισσότερο νομικό χαρακτήρα οι αποφάσεις.
Είχε καθαρά πολιτικό χαρακτήρα, γιατί αν το σκεφθείτε, 280 τον έκριναν ένοχο και 320 τον καταδίκασαν σε θάνατο. Δηλαδή, στη δεύτερη ψηφοφορία, για την ποινή, σαράντα ένορκοι, μέλη του δικαστηρίου που αρχικά ψήφισαν υπέρ της αθώωσης, ακούγοντας το δεύτερο κομμάτι της απολογίας του Σωκράτη, τον καταδίκασαν σε θάνατο. 
Ακριβώς γιατί στο δεύτερο κομμάτι της απολογίας ο Σωκράτης είναι προκλητικά πιο αντιδημοκράτης από ό,τι στο πρώτο. 
Σήμερα, στην Ελλάδα τουλάχιστον, έχουμε τον κανόνα ότι τα περισσότερα δικαστήρια αποτελούνται από επαγγελματίες, ισόβιους δικαστές κι ελάχιστα έχουν ενόρκους. Μόνο κάποια ποινικά δικαστήρια έχουν ενόρκους, και αυτούς όχι σε πλειοψηφία. Αυτό είναι μία πολιτική επιλογή του ελληνικού κράτους.

Εσείς πώς τοποθετείστε σε σχέση σε αυτό;
Κριτικά. Στην Αμερική, όπου πάρα πολλές δίκες γίνονται με ενόρκους, βλέπουμε την καταστρατήγηση του ουσιαστικού Δικαίου, απαλλαγές ατόμων που ήταν πασιφανές ότι ήταν ένοχοι, καταδίκες άλλων που ήταν πασιφανές ότι ήταν αθώοι και στη συνέχεια πράγματι κρίνονται αθώοι. 
Είναι πολύ εύκολο ένα δικαστήριο που αποτελείται από κοινούς πολίτες να επηρεαστεί από εξωθεσμικούς παράγοντες. 
Στην Αμερική επηρεάζονται πάρα πολύ από το θέμα της φυλετικής καταγωγής του κατηγορουμένου και των ενόρκων. Από την άλλη μεριά, ένα δικαστήριο που αποτελείται από μόνιμους δικαστές που γνωρίζουν καλά τον νόμο έχει το εξής πρόβλημα: οι δικαστές βλέπουν καθημερινά και κυριολεκτικά μόνο την παθολογία της κοινωνίας. Κατά κάποιον τρόπο επηρεάζονται και σκληραίνουν, με αποτέλεσμα πολλές φορές να οδηγούνται σε πιο σκληρές από ό,τι θα έπρεπε κρίσεις.

Ένας δικαστής πρέπει να παρασύρεται από την κοινή γνώμη;
Όχι βέβαια.

Τελευταία, όμως, βλέπουμε πολλές πολιτικές υποθέσεις που αφορούν τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, όπου οι κατηγορούμενοι στο τέλος, μέσω παραγραφών, τη γλιτώνουν, και ο λαός απαιτεί δικαιοσύνη που δεν αποδίδεται.
Αυτό είναι ένα πολιτικό πρόβλημα. Δεν είναι νομικό. Ο νόμος είναι σαφής. Τα αδικήματα είναι συγκεκριμένα και θεσμοθετημένα από αιώνες. Δεν υπάρχουν αδικήματα που ανακαλύφθηκαν τώρα. Από τους νόμους του Βυζαντίου, της Ρώμης και της Αρχαίας Ελλάδας τα αδικήματα παραμένουν τα ίδια. Είναι το αδίκημα της απιστίας των πολιτικών. Θα ξέρετε σίγουρα ότι ο Περικλής κατηγορήθηκε για απιστία. Αθωώθηκε βέβαια, αλλά κατηγορήθηκε ότι είχε πάρει χρήματα κατά την ανέγερση του Παρθενώνα και ότι τα χρησιμοποίησε για δικούς του σκοπούς. Ο Περικλής τι έκανε; Έκατσε κι έγραψε την απόδοση του λογαριασμού σε μαρμάρινες στήλες, που μερικές υπάρχουν στο Μουσείο της Ακρόπολης. Και μάλιστα, ένα μέρος από αυτά είναι ένα ποσό που το ονομάζει «άδηλα». Το αδίκημα της απιστίας των πολιτικών είναι πανάρχαιο. Τώρα, αν ο νόμος που ισχύει στην Ελλάδα σήμερα προέκυψε από μία συγκεκριμένη Βουλή με μία συγκεκριμένη πλειοψηφία κι εξυπηρετούσε πολιτικές σκοπιμότητες, είναι άλλο θέμα. Γενικότερα, τα πολιτικά πρόσωπα έχουν κυρίως πολιτικές ευθύνες και κρίνονται από τον λαό.

Κάποιοι σύνδεσμοι σε πηγές τεκμηρίωσης που παρατίθενται στα κείμενα ενδέχεται να μην είναι ενεργοί. Κάποιες από τις πηγές μπορούν να ανακτηθούν συμπληρώνοντας το URL του συνδέσμου (δεξί κλικ στο σύνδεσμο) στο Wayback Machine (http://archive.org/index.php)